Καταρράκτες της Ελλάδας…. η ομορφιά της φύσης!! (φωτογραφίες)

Όταν η φύση έχει κέφια… θέαμα άπειρου κάλους!!

Οι καταρράκτες της Νέδας


Νότια της Αρχαίας Ολυμπίας, στα όρια των νομών Ηλείας και Μεσσηνίας, στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Πελοποννήσου και πολύ κοντά στον εκτεταμένο χώρο της Αρχαίας Φιγαλίας βρίσκεται το φαράγγι της Νέδας.
Ο Εθνικός δρόμος Πατρών – Πύργου Καλαμάτας ακολουθεί το περίγραμμα των ακτών καθώς το Ιόνιο πέλαγος απλώνει τον ανοικτό του ορίζοντα στα δυτικά. Όμως η περιοχή δεν διακρίνεται μόνο για τις θαλασσινές ομορφιές της. Πίσω από τα κακοτράχαλα βουνά και τις απόκρημνες πλαγιές στα ανατολικά, κρύβεται ένας θαυμάσιος ορεινός κόσμος που στα σπλάχνα του κρατά εγκλωβισμένο ένα μικρό, αλλά πανέμορφο ορεινό ποτάμι, τη Νέδα. Σημείο προσέγγισης είναι το καλοκαιρινό θέρετρο της Κυπαρισσίας με τις απέραντες αμμουδιές τα καλά ξενοδοχεία και το εντυπωσιακό μεσαιωνικό κάστρο. Εξορμώντας από Κυπαρισσία, δεν είναι λίγοι εκείνοι που ακολουθούν τον στενό επαρχιακό δρόμο που καταλήγει μετά από 18 χιλιόμετρα στο ορεινό χωριό Πλατανιά. Από εδώ στενός χωματόδρομος οδηγεί τους επισκέπτες στο φαράγγι της Νέδας.
Το παλιό πέτρινο μονότοξο γεφύρι οριοθετεί την έναρξη της πεζοπορίας. Το μονοπάτι σημαδεμένο από κατατοπιστικές πινακίδες συντονίζεται με την κοίτη του ποταμού και χάνεται στη σκοτεινή αγκαλιά του φαραγγιού. Ο δύσκολος ατραπός, αναρριχάται στην κόψη της χαράδρας μέχρι να συναντήσει τον μικρό καταρράκτη με τα γαλαζόλευκα νερά (λόγω των πετρωμάτων που διασχίζει). Στο βάθος του φαραγγιού αχνοφαίνεται ο μεγάλος αδελφός του να σκορπίζει τα νερά του από ύψος 20 περίπου μέτρων. Η συνολική πορεία για τη διάσχιση του φαραγγιού από την αρχή ως το τέλος του, απαιτεί 7 με 8 ώρες. Σε κάποια σημεία το περπάτημα μέσα στο ποτάμι είναι υποχρεωτικό, ενώ σε κάποια άλλα χρειάζεται ακόμα και κολύμπι!

Ο καταρράκτης του Βελβεντού


Αν και βρίσκονται στη σκιά του θεοκατοίκητου Ολύμπου, τα Πιέρια Όρη καθώς ξαπλώνουν τη μακρόστενη συμπαγή κορμοστασιά τους πάνω στην επίπεδη γη της Μακεδονίας, καταφέρνουν να μαγνητίζουν το βλέμμα.
Δεν διαθέτουν πολλές κορφές που να ξεπερνούν τα 2000 μέτρα ύψος και δεν εντυπωσιάζουν με το έντονο ανάγλυφό τους. Παρόλα αυτά θεωρούνται από τα ομορφότερα ελληνικά βουνά, κυρίως λόγω της πλούσιας βλάστησης, αφού είναι από τα πιο δασωμένα βουνά της χώρας. Αξιοσημείωτο είναι ότι στα Πιέρια βρίσκεται το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης της δασικής πεύκης στην Ευρώπη, ενώ δεν λείπουν και τα όμορφα ελατοδάση.
Στις βόρειες παρυφές των Πιερίων βρίσκεται ο Βελβεντός μια νοικοκυρεμένη κωμόπολη 3500 ανθρώπων. Εδώ διασώζονται αρκετά όμορφα Μακεδονίτικα αρχοντικά που διατηρούν τα γνωρίσματα της ιδιαίτερης “αρχιτεκτονικής σχολής” που καθιερώθηκε με το πέρασμα του χρόνου από τους εμπειρικούς χτιστάδες του 18ου και 19ου αιώνα. Γύρω από τον Βελβεντό καταλαγιάζουν σκαλωτά τα ύψη τους στις ακύμαντες όχθες της τεχνητής λίμνης Πολύφυτου, τα Πιέρια. Το ήπιο ορεινό τους ανάγλυφο σχηματίζει φυσικές αναβαθμίδες που οι ακούραστοι Βελβενδιώτες έχουν μετατρέψει σε εύφορες πεζούλες και όλος ο τόπος μοιάζει με επίγειο παράδεισο. Οι ντόπιοι οπωρώνες καρπίζουν τα φημισμένα μήλα, τα ροδάκινα και τ’ αχλάδια της περιοχής και ο δραστήριος συνεταιρισμός τα προωθεί σε όλη την Ελλάδα.
Σε μικρή απόσταση από τον Βελβεντό σκορπά τα νερά του ο καταρράκτης στην περιοχή Σκεπασμένο. Η τοποθεσία προσεγγίζεται με καλό μονοπάτι και πορεία 20 λεπτών. Τον εντυπωσιακό καταρράκτη δεν τον βλέπεις! Ακούς το βουητό του, νοιώθεις την οργή του, μυρίζεις την υγράδα του. Όμως αυτός παραμένει κρυμμένος στην απόκρημνη χαράδρα. Θα πρέπει να σκαρφαλώσεις, να παραμερίσεις τα πυκνά φυλλώματα των δέντρων για να απολαύσεις ένα μόνο μέρος του. Το δύσβατο αυτό, πανέμορφο όμως κατά τα άλλα φαράγγι, στολισμένο με πολλούς σκαλωτούς καταρράκτες κρύβει στη σχισμάδα του θρύλους και παραμύθια με αερικά και νεράιδες που λούζονται τα βράδια στα διάφανα νερά του, αλλά και με μυθολογικές μούσες, τις Πιερίδες, γέννημα θρέμμα αυτού του βουνού. Η τοποθεσία κρυμμένη μέσα στα δέντρα μιας εξαιρετικά ποικιλόμορφης βλάστησης, αποτελεί μια από τις πιο όμορφες των Πιερίων.

Καταρράκτης των Τζουμέρκων

 
Η γεωμορφολογία του εδάφους, τα άφθονα χιόνια οι αλπικές κορφές, και οι επικλινείς πλαγιές, βοηθούν ώστε στα Τζουμέρκα (ψηλότερη κορφή 2393 μέτρα) να υπάρχουν μερικοί από τους πιο εντυπωσιακούς καταρράκτες της οροσειράς της Πίνδου.
Όμως χωρίς καμία αμφιβολία ο ομορφότερος από αυτούς βρίσκεται στο νομό Άρτας, στο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ηπείρου, κοντά στο χωριό Καταρράκτης. Ως εδώ οδηγούν ασφάλτινοι επαρχιακοί δρόμοι, τόσο από την πόλη της Άρτας (60 χλμ.), όσο και από αυτήν των Ιωαννίνων (65 χλμ.). Από την πλατεία του χωριού ένα ευδιάκριτο λιθόστρωτο μονοπάτι θα σας φέρει μετά από σύντομη ανάβαση 20 λεπτών στον κατάλληλα διαμορφωμένο εξώστη. Από εδώ μπορείτε να θαυμάσετε την εντυπωσιακή πτώση του νερού που ξεκινά την καθοδική του πορεία από τα 1400 υψόμετρο, και μετά από ελεύθερη πτώση 50 μέτρων χτυπά με ορμή στα βράχια. Αν ο χειμώνας έχει πολλά χιόνια, την άνοιξη ξεπηδά σε πολύ μικρή απόσταση ένας δεύτερος μικρότερος σε παροχή, αλλά σχεδόν ίδιος σε ύψος καταρράκτης. Το ομώνυμο χωριό διαθέτη μικρούς ορεινούς ξενώνες που προτιμούν οι ορειβάτες.

Οι καταρράκτες του Δρυμώνα

 

Μετά το απολιθωμένο δάσος και σε 3 χλμ. συναντάμε τους καταρράκτες του Δρυμώνα. Σε μια από τις ομορφότερες ορεινές περιοχές του Τελεθρίου, μεταξύ Κερασιάς και Δρυμώνα, συναντάμε τους καταρράκτες. Τα μονοπάτια που οδηγούν στους καταρράκτες του Δρυμώνα είναι σηματοδοτημένα και ακολουθώντας το τσιμεντοστρωμένο μονοπάτι, με σκαλιά και σκοινιά δεξιά και αριστερά στα δύσκολα σημεία, καταλήγουμε σε μια υπέροχη τοποθεσία με το νερό να πέφτει από τα 15 μέτρα και να καταλήγει σε μια όμορφη λιμνούλα. Γύρω, μαγευτική φύση, με έλατα και μαύρα πεύκα (pinous nigra), χώρος αναψυχής για να ξεκουραστεί ο πεζοπόρος και να θαυμάσει το φυσικό τοπίο. Από τους καταρράκτες ξεκινούν δύο μονοπάτια, ένα για την κορυφή του Ξηρού Όρους και ένα μονοπάτι που μας οδηγεί στη μοναστήρι του Οσίου Δαυίδ. Ακολουθώντας το πρώτο μονοπάτι για ακόμα 4,5 χλμ., οδηγούμαστε στην κορυφή του Ξηρού Όρους. Εκεί υπάρχει το παλιό ηφαίστειο και με βάση πληροφορίες του δασαρχείου είναι σε ενεργή κατάσταση ακόμη!

Καταρράκτες Έδεσσας

 
Οι καταρράκτες της Έδεσσας δεν υπήρχαν πάντα, όπως είναι σήμερα. Έως τα τέλη του 14ου αι ο κυρίως όγκος νερού συγκρατιόταν σε μία μικρή λεκάνη στα δυτικά της πόλης. Τότε τα νερά (έπειτα πιθανώς από κάποιο γεωλογικό ή καιρικό φαινόμενο) αποφασίζουν να διέλθουν την πόλη και να χυθούν, θεαματικά από τον βράχο της με συνέπεια να δημιουργηθούν πολλά μικρά ποτάμια και παράλληλα να καταργηθεί η λίμνη απ’ όπου προήλθαν. Πολλοί περιηγητές του 17ου & 18ου αι περιγράφουν την εικόνα της πόλης με έναν βράχο από όπου πέφτουν τα νερά από πολλούς καταρράκτες.
Για τον σημερινό επισκέπτη θα ήταν λίγο δύσκολο να αντιληφθεί τι συνέβαινε μόλις λίγες δεκαετίες πίσω, όπου οι καταρράκτες ήταν ένα άσημο μέρος. Λίγο κρυμμένοι πίσω από τις λαπούες, λίγο κρυμμένοι πίσω από την ακατάσχετη βλάστηση, λίγο εγκαταλελειμμένοι εκεί στην άκρη του βράχου, εθεωρείτο εγχείρημα, μία μικρή ίσως περιπέτεια, να κατέβει κανείς τα δύσβατα μονοπάτια της εποχής για να τους χαζέψει … ή να τους φωτογραφίσει.
Από το 1942 αρχίζει μία διαφορετική αντιμετώπιση του χώροι και πρώτοι οι Γερμανοί τον διαβάζουν με την τουριστική και χρηστική του, πλέον λογική. Κάθε πρωί ο λοχίας της Γκεστάπο Φριτς μπλόκαρε τα περάσματα της πλατείας, αφαιρούσε τις ταυτότητες και για να τις ξαναπάρουν πίσω έπρεπε υποχρεωτικά να περάσουν από το εργοτάξιο των καταρρακτών. Έτσι από το τίποτα ξεπήδησαν το καλοκαίρι του 1942 δύο πισίνες, παρτέρια, ζαρντινιέρες με ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική που όπως θα έλεγαν σήμερα, σεβόταν το τοπίο.
Μετά τον πόλεμο ο χώρος παραδίδεται στο δήμο, του οποίου οι κηπουροί τον φροντίζουν φυτεύοντας λουλούδια και δέντρα. Στην συνέχεια ξεσπά ο εμφύλιος πόλεμος και οι καταρράκτες ξεχνιούνται προσωρινά, εκτός βέβαια από τους αγρότες του Λόγγου οι οποίοι απολαμβάνουν το μπάνιο τους. Άνθρωποι του μόχθου που δεν είχαν δει ποτέ τους θάλασσα ξεπέζευαν το γαιδουράκι τους και βουτούσαν στα πράσινα δροσερά νερά.
Σταθμός στην πορεία υπήρξε το 1953 όταν ολοκληρώθηκε και άρχισε να λειτουργεί το δημοτικό εστιατόριο με το όνομα “ΠΙΣΙΝΕΣ” το οποίο διασκέδαζε τους εδεσσαίους με βαλσάκια, ταγκό, μάμπο και λίγη ατμοσφαιρική τζαζ.
Έως τις αρχές του 1960 κατασκευάζονται προσβάσεις για να μπορεί ο επισκέπτης να προσεγγίζει με ασφάλεια. Τότε κατασκευάστηκαν και σημεία “μπελβεντερε” για ποικιλία θέασης. Εξαίρεση βέβαια αποτελεί η απόφαση της ΔΕΗ (τότε (;)) να κατασκευάσει ένα ακόμη εργοστάσιο, καταστρέφοντας το πάρκο καταρρακτών και βέβαια τους ίδιους τους καταρράκτες. Η μνημειώδης βέβαια αυτή ΑΝΟΗΣΙΑ δεν πραγματοποιήθηκε γιατί οι άνθρωποι της πόλης πείσμωσαν, αντιστάθηκαν για να διασώσουν μετά από αγώνες το αυτονόητο και το προφανές
Σήμερα οι καταρράκτες είναι πασίγνωστο θέαμα απείρου κάλλους για όλη την Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο. Μπορεί κανείς με ασφάλεια να θαυμάσει τον μεγάλο Καταρράκτη “Κάρανο” με το νερό να πέφτει από ύψος 70 περίπου μέτρων και τον διπλό καταρράκτη, όπως επίσης και το σπήλαιο κάτω από τον βράχο. Η περιοχή έχει αναβαθμισθεί και προσφέρει ευκολίες στους επισκέπτες. Ενδεικτικά αναφέρεται η συνεχής λειτουργία περιπτέρου πληροφοριών, η λειτουργία υπαίθριου Μουσείου Νερού και πολύ σύντομα ξενοδοχείο 5* και άλλες διευκολύνσεις.[

Ο μεγάλος καταρράκτης “Κάρανος”